Όταν η μπάλα σήμαινε αντίσταση

Όταν η μπάλα σήμαινε αντίσταση

Ήταν δεκαετίες προτού το ποδόσφαιρο γίνει συνώνυμο των ακριβών μετεγγραφών, των οικονομικών και πολιτικών παιχνιδιών που παίζονται στις πλάτες των οπαδών. Και ήταν στα δύσκολα χρόνια. Όταν ο αγώνας δεν ήταν μόνο στο γήπεδο, ούτε μόνο για τη φανέλα, αλλά δινόταν για την απελευθέρωση της πατρίδας από τους ναζί κατακτητές, όταν η ανιδιοτέλεια συναντούσε το

Ήταν δεκαετίες προτού το ποδόσφαιρο γίνει συνώνυμο των ακριβών μετεγγραφών, των οικονομικών και πολιτικών παιχνιδιών που παίζονται στις πλάτες των οπαδών. Και ήταν στα δύσκολα χρόνια.

Όταν ο αγώνας δεν ήταν μόνο στο γήπεδο, ούτε μόνο για τη φανέλα, αλλά δινόταν για την απελευθέρωση της πατρίδας από τους ναζί κατακτητές, όταν η ανιδιοτέλεια συναντούσε το όραμα για έναν καλύτερο κόσμο και το τίμημα μπορούσε να είναι όχι ο αποκλεισμός αλλά η ίδια η ζωή.

Όταν οι νέοι άνθρωποι που μπορεί να είχαν ξεκινήσει ως σαλταδόροι, κλέβοντας τρόφιμα από τα καμιόνια των κατακτητών για να τα μοιράσουν στους συμπολίτες τους, βρέθηκαν να δίνουν τις καίριες μάχες για την απελευθέρωση ως μαχητές του Ελληνικού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ) και άλλοι να οδηγούνται είτε στο εκτελεστικό απόσπασμα από τους Γερμανούς ή τους Ελληνες κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου είτε να είναι πιο τυχεροί και να βρίσκονται στο τιμόνι της Εθνικής Ελλάδας.

Τους ανθρώπους πίσω από αυτές τις πράξεις ηρωισμού στην Κατοχή και την Αντίσταση θα θυμηθούν παλαίμαχοι ποδοσφαιριστές, δημοσιογράφοι και συγγραφείς, στην εκδήλωση «Ποδόσφαιρο και Αντίσταση», στην οποία θα μιλήσουν οι Γιάννης Γεωργάκης και Νάσος Μπράτσος, την Πέμπτη, στις 7 μ.μ., στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά (Φίλωνος 29).

Την εκδήλωση, που πραγματοποιείται στο πλαίσιο των δράσεων «12 Οκτωβρίου 1944. Η Αθήνα ελεύθερη», δράσεις που συνεχίζονται μέχρι το τέλος του μήνα στον Πειραιά, θα συντονίσει ο Νίκος Μάλλιαρης, που μίλησε στην «Εφ.Συν.».

«Θέλουμε να δείξουμε και αυτήν την πλευρά του ποδοσφαίρου που τότε ήταν δεμένο με την κοινωνία, καθώς οι παίκτες ήταν λαϊκά παιδιά, πρόσφυγες, εργάτες και στο σάλπισμα του εθνικοκοινωνικού απελευθερωτικού αγώνα είχαν μεγάλη συμμετοχή, ενώ παράλληλα οργανώθηκαν όχι μόνο στα ποδοσφαιρικά σωματεία αλλά και με αθλητές του κλασικού αθλητισμού, όπως για παράδειγμα στον Σύλλογο Ελλήνων Αθλητών που είχε επικεφαλής στην Κατοχή τον Γρηγόρη Λαμπράκη και διοργάνωναν παιχνίδια για να μαζεύουν τρόφιμα και φάρμακα που έδιναν στο “Σωτηρία” και άλλα νοσοκομεία.

«Άνθρωποι, ποδοσφαιριστές και όχι μόνο από τον Ολυμπιακό, που πήραν μέρος ως μαχητές του ΕΛΑΣ στην απελευθέρωση, στη μάχη της Ηλεκτρικής, ακόμη και στα Δεκεμβριανά.

«Και είναι μια ευκαιρία να αρχίσουν να γίνονται αυτές οι συζητήσεις για να καταγράφονται οι μαρτυρίες γι’ αυτούς τους ξεχωριστούς αγωνιστές που κατέχουν μια ιδιαίτερη σελίδα στην ιστορία του ποδοσφαίρου, μεταφέροντας το μήνυμα της αγωνιστικότητας, της ανιδιοτέλειας, της αυτοθυσίας και στις σημερινές γενιές, μέσα από τη διάσωση αυτών των περιστατικών σαν μια μικρή συμβολή ώστε το ποδόσφαιρο να απαλλαγεί από τις παθογένειές του, τον οπαδισμό και τη βία, και να αποκτήσει τη θέση που του αξίζει ως ένα πολιτιστικό γεγονός που προάγει αξίες…».

Ξεχωριστή θέση σε αυτό το προσκλητήριο έχουν δύο παίκτες του Ολυμπιακού, ο Ανδρέας Μουράτης και ο Νικόλαος Γόδας.

Ο Ανδρέας Μουράτης, ο θρυλικός «Μιζούρι», που πήρε το παρατσούκλι του από το αμερικανικό θωρηκτό που ήταν αγκυροβολημένο στον Πειραιά μετά τον πόλεμο, λόγω του δυναμικού παιξίματός του, ή «Μουράτ Ασλάν» -Μουράτης το λιοντάρι- όπως τον αποκάλεσαν οι φίλαθλοι της αντίπαλης τουρκικής ομάδας όταν τον είδαν να παίζει, δεν ήταν μόνο ο μαχητής της απελευθέρωσης και ο κυνηγημένος του Εμφυλίου, αλλά και μια κορυφαία φυσιογνωμία των γηπέδων, που αγωνίστηκε 16 φορές με την Εθνική Ελλάδας, ενώ διατέλεσε και αρχηγός της.

Γιος προσφύγων από τη Μικρά Ασία, εργαζόταν σκληρά για να ζει και έπαιζε μπάλα ακόμη και βαριά τραυματισμένος. Επαιξε σε ποδοσφαιρικούς αγώνες με την ομάδα της Ενιαίας Πανελλαδικής Οργάνωσης Νέων (ΕΠΟΝ).

Όπως είχε πει σε μια συνέντευξή του στον Πάνο Γεραμάνη, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Πρώτη» το 1987, «Πήγα στον ΕΛΑΣ για να ζουν όλοι οι άνθρωποι ίσα!».

Αποκλείστηκε από την Εθνική όταν ξεσηκώθηκε επειδή οι παίκτες αδικήθηκαν από την ΕΠΟ, διαμαρτυρία που ως ανταρσία καταγράφηκε και κινηματογραφικά με πρωταγωνιστές του ίδιους τους ποδοσφαιριστές στην ταινία «Άσσοι του γηπέδου» του Βασίλη Γεωργιάδη, σε σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, που βγήκε στον κινηματογράφο το 1956. Πέθανε το 2000 σε ηλικία 74 ετών.

Μία από τις πλέον εμβληματικές μορφές των αντιστασιακών Ολυμπιακών είναι ο κομμουνιστής Νίκος Γόδας, συναγωνιστής στην ομάδα της ΕΠΟΝ μαζί με τον Μουράτη, ο οποίος έλεγε για το παίξιμό του ότι «καλλιτέχνιζε».

Ο Γόδας ήταν επίσης παιδί προσφύγων από την Κοκκινιά, που εντάχτηκε στον ΕΛΑΣ στην Κατοχή και υπήρξε λοχαγός του 5ου Λόχου Κοκκινιάς.

Πήρε μέρος στη μάχη της Ηλεκτρικής στο Κερατσίνι, για να μην ανατιναχθεί το εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους, ενώ πολέμησε κατά των Αγγλων στα Δεκεμβριανά το 1944.

Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, άρρωστος από πνευμονία, συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο. Δεν υπέγραψε δήλωση.

Τριάμισι χρόνια μετά την καταδίκη του, στις 19 Νοεμβρίου του 1948, εκτελέστηκε στο Λαζαρέτο, το νησάκι απέναντι από την Κέρκυρα, φορώντας τη φανέλα του Ολυμπιακού, όπως ήταν τελευταία επιθυμία του.

Οι συγκρατούμενοί του στην πτέρυγα των μελλοθανάτων της Κέρκυρας τον θυμούνται να λέει όπως τον έπαιρναν για την εκτέλεση: «Ζήτω οι ολυμπιονίκες του σοσιαλισμού!» Ήταν μόλις 27 χρόνων.

 

ΠΗΓΕΣ: efsyn.gr, novasports.gr, sport-retro.gr

5 comments

Posts Carousel

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked with *

5 Comments

Latest Posts

Top Authors

Most Commented

Featured Videos