Από την τέχνη του ποδοσφαίρου στο ποδόσφαιρο της τέχνης

Από την τέχνη του ποδοσφαίρου στο ποδόσφαιρο της τέχνης

Η ποδοσφαιρική τέχνη, μέσα από την ποικιλότροπη έκφραση και τη γλώσσα των μεταφορικών συμβολισμών, δεν συνομιλεί μόνο με άλλες τέχνες, αλλά και τις εμπνέει δημιουργικά από αρχαιοτάτων χρόνων. Όσο και αν το μανιώδες πάθος του ποδοσφαίρου το θεωρείς παράλογη υπερβολή έως και αδιανόητη παράνοια, δεν μπορείς εν όψει του μεγαλύτερου παγκοσμίως αθλητικού γεγονότος, που λέγεται

Η ποδοσφαιρική τέχνη, μέσα από την ποικιλότροπη έκφραση και τη γλώσσα των μεταφορικών συμβολισμών, δεν συνομιλεί μόνο με άλλες τέχνες, αλλά και τις εμπνέει δημιουργικά από αρχαιοτάτων χρόνων.

Όσο και αν το μανιώδες πάθος του ποδοσφαίρου το θεωρείς παράλογη υπερβολή έως και αδιανόητη παράνοια, δεν μπορείς εν όψει του μεγαλύτερου παγκοσμίως αθλητικού γεγονότος, που λέγεται Μουντιάλ, να μένεις απαθής και απαξιωτικά αδιάφορος.

Μεσούντος του κορυφαίου αυτού ποδοσφαιρικού μηνός, που αναπαράγοντας ανά τετραετία τους φρενιτιώδεις ρυθμούς του συνεπαίρνει τον πλανήτη απ’ άκρη σ’ άκρη, είναι αδύνατο να μην καρφώσεις το βλέμμα σε αξιοσημείωτες φάσεις και ηχηρά στιγμιότυπα των αλλεπάλληλων τηλεοπτικών μεταδόσεων.

Καθότι, «θερμοδυναμικά» μεταδοτικοί οι σφύζοντες παραληρηματικοί παλμοί των εναλλασσόμενων συναισθημάτων από τις κερκίδες των κατάμεστων ρωσικών σταδίων της φετινής διοργάνωσης μέχρι την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα των ποδοσφαιρόφιλων του σπιτιού σου.

Έστω κι αν δεν υποκλίνεσαι λοιπόν με ειδωλολατρική αφοσίωση στον βασιλιά των σπορ και αν δεν εγκύπτεις σε αναλύσεις και σχόλια ακατάσχετης ποδοσφαιρολογίας, στέκεσαι ωστόσο με προσοχή και θαυμάζεις τους πρωταγωνιστές των γηπέδων και τα συναγωνιστικά τους δρώμενα: όχι απλώς την ασκημένη δεξιότητα της συστηματικής προπόνησης, αλλά προπάντων τη μαγική δύναμη και μιαν οιονεί δημιουργική έμπνευση ευρηματικής ευστροφίας, με την οποία ορισμένοι κατ’ εξοχήν χαρισματικοί παίκτες έχουν αναγάγει το πλέον δημοφιλές παιγνίδι της μπάλας από τεχνική των ποδιών σε πολυμήχανη τέχνη αισθητικού ή μάλλον αισθησιακού υπερθεάματος.

Σε συσχέτιση με τις παραμέτρους της κοινωνιολογικής του διάστασης και τις ψυχολογικές επιδράσεις, που απορρέουν από τους κανόνες του, συγκεντρώνει ένα ευρύ φάσμα λιγότερο ή περισσότερο φανατικών οπαδών, χιλιάδες φιλάθλων, που διασχίζουν αποστάσεις, για να υποστηρίξουν επί τόπου τις ομάδες τους, ντυμένοι στα εμβληματικά τους χρώματα και ανεμίζοντας πανηγυρικά τις σημαίες των χωρών τους.

Επί πλέον, τα εκατομμύρια των όπου Γης τηλεθεατών, που καθηλωμένοι μπροστά στις οθόνες τους παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα τις επιθετικές ή αμυντικές τακτικές των αντίπαλων ομάδων: από το εναρκτήριο λάκτισμα μέχρι τις κάθετες πάσες και τις σέντρες ακριβείας, τα σκληρά μαρκαρίσματα, τα «ολισθηρά» τάκλιν, τις διπλές επιτόπιες ντρίμπλες, τις υψικόρυφες κεφαλιές και τις βολές ευστοχίας έως τον συγχρονισμό των συνδυασμένων ομαδικών κινήσεων και των ευέλικτων ατομικών κατορθωμάτων με τα ανάποδα ψαλίδια και τα τακουνάκια για την επίτευξη του επίδοξου θρυλικού τέρματος ή την ταχυδακτυλουργική του απόκρουση από τον τερματοφύλακα των αεικίνητων αντανακλαστικών, των ισόρροπων εκτινάξεων είτε των επιδεικτικών ενίοτε πλονζόν.

Αλλά τι γίνεται με τους θεατρινισμούς κάποιων ποδοσφαιριστών, όταν με το παραμικρό άγγιγμα του αντιπάλου πέφτουν φαρδιοί-πλατιοί, παρατείνοντας την προσποιητή τους πτώση εκτός ή εντός μεγάλης περιοχής, προκειμένου να αποσπάσουν από τον διαιτητή φάουλ ή πέναλτι; Αν δεν τους πάρει ασφαλώς είδηση με την επιβεβαίωση του τεχνολογικού του συναδέλφου βιντεοδιαιτητή (VAR).

Η υποκριτική των ρόλων και των στημένων παραστάσεων είναι προφανώς συμβατή με την τέχνη του θεάματος στο θέατρο, όπως και το ίδιο το ποδόσφαιρο και ο κόσμος του, που διεκδικούν την 8η και λαϊκότερη τέχνη, συνδέονται σε λειτουργικό είτε αλληγορικό επίπεδο και με άλλες τέχνες. Τι είναι οι ζωγραφικές απεικονίσεις των τατουάζ στα μυώδη λευκά ή μελαψά μπράτσα των ποδοσφαιριστών και τι τα βαμμένα πρόσωπα των θεατών, μεγάλων και μικρών, αντρών και γυναικών, με την πολυχρωμία των εθνικών συμβόλων της ομάδας ή της πατρίδας τους;

Από τη ζωγραφική, στη μουσική και στον χορό

Και από τη ζωγραφική ας πάμε στη μουσική, την κινησιολογία και τον χορό: «Ξέρεις αν ένας παίκτης χτυπά σωστά την μπάλα, όχι βλέποντάς τον, αλλά ακούγοντας τον ήχο που κάνει το παπούτσι του στην επαφή με τη μπάλα», είχε πει ανάμεσα σε άλλες ατάκες του ο «Ιπτάμενος Ολλανδός» του ποδοσφαίρου Γιόχαν Κρόιφ. Αλλά και ο παλαίμαχος Έλληνας διεθνής ποδοσφαριστής Νίκος Νταμπίζας είχε ομολογήσει μετά από χρόνια, υπονοώντας τον άλλο Ολλανδό καλλιτέχνη Ντένις Μπέργκαμπ: «Είμαι υπερήφανος για τις ντρίμπλες που έφαγα. Συμμετείχα σε ένα έργο τέχνης!».

Ενώ ο διάσημος προπονητής της Ντιναμό Κιέβου Βαλερί Λομπανόφσκι δεν συνδύασε μόνο τα μαθηματικά και τη φυσική με το ποδόσφαιρο, αλλά εισήγαγε και τη χορογραφία των μπαλέτων Μπολσόι πάνω στον χορτοτάπητα. Ας μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι Νουρέγιεφ αποκαλούσαν τον Κρόιφ για την αέρινη κίνησή του στο γήπεδο, καθώς και τον κυπριακής καταγωγής Βασίλη Χατζηπαναγή, που θεωρείται ο σπουδαιότερος ίσως Έλληνας ποδοσφαιριστής όλων των εποχών. Οι «μονομαχίες» επίσης των Αργεντινών παραπέμπουν στο αργεντίνικο τάγκο, οι προσποιήσεις και οι ντρίμπλες των Βραζιλιάνων στον χορό σάμπα.

Αν κάποιοι χαρακτήρισαν ως ποιήματα μερικά θρυλικά τέρματα στην παγκόσμια ιστορία του μαζικού αυτού αθλήματος, ο Παζολίνι προσέδωσε στο σκοράρισμα ποιητικότερες διαστάσεις: «Στο ποδόσφαιρο υπάρχουν στιγμές που είναι αποκλειστικά ποιητικές: οι στιγμές των γκολ. Κάθε γκολ είναι μια εφεύρεση, πάντα μια ανατροπή του κανόνα: κάθε γκολ είναι αναπόφευκτο, λαμπρό, καταπληκτικό και μη αναστρέψιμο. Όπως ακριβώς και ο ποιητικός λόγος. Ο κορυφαίος σκόρερ ενός πρωταθλήματος είναι πάντα ο καλύτερος ποιητής της χρονιάς».

Στον περίφημο «Όρκο» του Μάρκες, ο οποίος αρχικώς εχθρευόταν το ποδόσφαιρο και αργότερα το αγάπησε, ο εύγλωττος παραλληλισμός του με λογοτεχνικά είδη επισημαίνει μεταξύ άλλων: «Αν οι παίκτες της Τζούνιορ δεν ήταν ποδοσφαιριστές αλλά συγγραφείς, πιστεύω ότι ο “μαέστρος” Ελένο θα ήταν ένας υπέροχος συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων.

Οι υπολογισμένες και ακριβείς του κινήσεις και τα ξαφνικά του και αιφνιδιαστικά τελειώματα τού δίνουν τα απαραίτητα προσόντα για να γίνει ο δημιουργός ενός νέου ντετέκτιβ των αστυνομικών διηγημάτων.[…]. Ο ντε Λατούρ θα είχε γράψει μερικούς στίχους. Ποιήματα που θα ενέπνεαν ταινίες μεγάλου μήκους».

Εντούτοις, η ποδοσφαιρική τέχνη μέσα από την ποικιλότροπη έκφραση και τη γλώσσα των μεταφορικών συμβολισμών δεν συνομιλεί μόνο με άλλες τέχνες, αλλά και τις εμπνέει δημιουργικά από αρχαιοτάτων χρόνων. Θαυμαστά τα ευρήματα της αρχαιοελληνικής γλυπτικής και της κυπροαρχαϊκής κοροπλαστικής.

Το ανάγλυφο σε μαρμάρινη επιτύμβια λουτροφόρο λήκυθο του 4ου αιώνα π.Χ., που βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας, παριστάνει έναν γυμνό έφηβο, ο οποίος έχει εναποθέσει το ρούχο του πάνω σε στήλη και με ιδιαίτερη τεχνική κίνηση ισορροπεί στο δεξί του πόδι μια μεγάλη σφαίρα.

Μπροστά του ένας δούλος μένει κατάπληκτος, εικόνα σημερινού αγοριού που παρακολουθεί έναν ποδοσφαιριστή να κάνει επίδειξη δεξιοτεχνίας. Καταφανής η άμεση ή παρεμφερής σχέση του δικού μας ποδοσφαίρου με το παιγνίδι που έπαιζαν οι αρχαίοι Έλληνες και που θα μπορούσε να ήταν πρόδρομός του. Άλλωστε η FIFA αναγνώρισε την αρχαιοελληνική «επίσκυρο» ως μιαν από τις πρώτες επινοήσεις του ποδοσφαίρου.

Η… αρχαιολογία του ποδοσφαίρου

Το σημαντικό πολυάνθρωπο ανάθημα και ένα από τα εντυπωσιακότερα εκθέματα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λευκωσίας, που ανευρέθη στην Αγία Ειρήνη της Κερύνειας, παριστά 500 ειδώλια πήλινων στρατιωτών, με τα άλλα 1500 να βρίσκονται στη Σουηδία, γύρω από μια σφαίρα.

Τους ελληνόφωνους στρατιώτες, σύμφωνα με τον Καθηγητή Θ. Μαυρογιάννη, παρά τον ασσυριακό τους κώνο και το αιγυπτιακού τύπου περίζωμα, μπορούμε να ταυτοποιήσουμε με τους σφαιρείς της Σπάρτης, ήτοι τους νέους της Σπαρτιατικής Αγωγής, που συμπληρώνοντας την εφηβεία συναγωνίζονταν στο παιγνίδι της σφαίρας.

Το έθιμο, κατά πάσα βεβαιότητα, προέρχεται από τους Λάκωνες του Πραξάνδρου, που όπως μαρτυρεί ο Στράβων και ο Λυκόφρων, αφίχθηκαν στην Κύπρο από τη Θεράπνη της Λακωνίας και ίδρυσαν τη Λάπηθο. Για «παίδες σφαιρίζοντες» επίσης κάμνει αναφορά ο Πλάτων στον Θεαίτητό του (146a).

Στη νεότερη εποχή πολλαπλά τα παραδείγματα του ποδοσφαίρου, που αποτέλεσε αστείρευτη πηγή έμπνευσης για ευφάνταστες καλλιτεχνικές συλλήψεις σε όλες τις μορφές τέχνης.

Αρχίζοντας από τις εικαστικές, ο επισκέπτης των Μουσείων Madame Tussauds στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη βλέπει τα κέρινα ομοιώματα των «μύθων» του σύγχρονου ποδοσφαίρου· ενώ εξ αφορμής του φετινού Μουντιάλ στο Μουσείο Τέχνης Perez στο Μαϊάμι παρουσιάζονται έργα των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών από τριάντα και πλέον καλλιτέχνες, που μοιράζονται με τους φιλότεχνους το εμφανές στους πίνακες και στις κατασκευές τους ποδοσφαιρικό πάθος.

Τα θέματα διερευνούν τις κοινωνικοπολιτικές επιδράσεις του ποδοσφαίρου και εξυμνούν μιαν από τις πιο διαδεδομένες κοινές γλώσσες επικοινωνίας.

Κάποια έργα σηματοδοτούν ανεπανάληπτες στιγμές του ποδοσφαίρου, όπως η εγκατάσταση του Hank Willis Thomas «Hand of God» («Το Χέρι του Θεού»), γλυπτό από fiberglass για το περίφημο γκολ του Μαραντόνα, οι μεταξοτυπίες του πρωτοπόρου της ποπ αρτ Andy Warhol, που απαθανατίζουν τη θρυλική δημοφιλία του Πελέ.

Στο μνημειώδες «Maracana» ο γλύπτης Nelson Leirner, σε κλίμακα του γηπέδου του Ρίο ντε Τζανέιρο, φιλοξενεί εκατοντάδες θρησκευτικά και ποπ κουλτούρας αγαλματίδια, βατράχους, ροζ ελέφαντες, το άγαλμα του Ιησού Χριστού και του μυθικού χαρακτήρα Saci Perere.

Aξίζει να σημειωθεί ότι λάτρεις του ποδοσφαίρου υπήρξαν και προγενέστεροι μεγάλοι εικαστικοί από τις αρχές του περασμένου αιώνος, που φιλοτεχνώντας ποδοσφαιρικές σκηνές στα έργα τους είδαν το αιώνιο άθλημα ως αναπόσπαστη ψυχαγωγική δυναμική ενός αναδυόμενου νέου κόσμου. Ανάμεσά τους ο Πικάσο με τους σουρεαλιστές «Ποδοσφαιριστές στην παραλία»(1928), που επανέρχεται αργότερα με το «Ποδόσφαιρο»(1961).

Η κερδοσκοπική βιομηχανοποίηση του ποδοσφαίρου μετά τον Β ́ Παγκόσμιο Πόλεμο προβάλλεται σε διαφημιστικές αφίσες, με αφορμή παγκόσμια πρωταθλήματα, όπως εκείνες του Μιρό για το πρωτάθλημα της Βαρκελώνης το 1982.

 

Το ποδόσφαιρο και η τέχνη του 20ού αιώνα

Η σφραγίδα του ποδοσφαίρου αποτυπώνεται και σε έργα αρκετών κλασικών ποδοσφαιρόφιλων συνθετών του 20ού αιώνος: στο μπαλέτο «Η χρυσή εποχή» (1930) του Σοστακόβιτς, οπαδού της Ζενίτ της Αγίας Πετρούπολης, ο οποίος χαρακτηριστικά είχε πει κάποτε ότι «το Ποδόσφαιρο είναι το μπαλέτο των μαζών»· στην καντάτα «Caractacus» του Έλγκαρ, οπαδού των Γουλβς, που συνέδεσε τον ηρωισμό του ομώνυμου βρετανού πολέμαρχου κατά των Ρωμαίων με το ταλέντο του αστέρα της ομάδας του Μπιλ Μάλπας.

Ας σημειωθεί ότι ο «Ύμνος του Τσάμπιονς Λιγκ» του Άγγλου Τόνι Μπρίτεν είναι βασισμένος στο έργο του Χέντελ «Ο Ιερέας Ζάντοκ» από τα «Ανθέμια της Στέψης» («Coronation Anthems»). Παρότι ο κινηματογράφος δεν μπόρεσε να αποδώσει σε ταινίες τη ζωντάνια του γηπέδου, εντούτοις δεν είναι λίγοι οι σκηνοθέτες που ποδοσφαιροποίησαν τη ζωή, τις περιπέτειες και τις αντιδράσεις των ηρώων τους. Στην «Απόδραση των 11» (1981) του Τζον Χιούστον, όπου εμφανιζόταν και ο μεγάλος μπαλαδόρος Πελέ, ένας αγώνας σε ναζιστικό στρατόπεδο μεταξύ Γερμανών και αιχμαλώτων σχεδιάζεται ως προκάλυμμα για την απόδραση των τελευταίων.

Mε άλλοθι το ποδόσφαιρο και συγκεκριμένα τον αγώνα μεταξύ Ιράν και Μπαχρέιν στο Μουντιάλ του 2006 το «Οffside» του Ιρανού Τζαφάρ Παναχί στηλιτεύει τον αποκλεισμό και την υποτιμητική μεταχείριση των γυναικών στην πατρίδα του. Η ελληνική ταινία «Η φανέλα με το εννιά» του Παντελή Βούλγαρη δεν γνώρισε την απήχηση που είχε το ομώνυμο μυθιστόρημα του Μένη Κουμανταρέα.

Παλιές και βαθιές οι σχέσεις, ωστόσο, της ξένης και πανελλήνιας λογοτεχνίας με το ποδόσφαιρο. Αν ο Σαίξπηρ μέσα από τους ήρωές του απεχθανόταν το σουλ, ένα είδος παιγνιδιού που είχε εισαχθεί από τη Νορμανδία στην Αγγλία, και άλλοι νεότεροι συγγραφείς, από τους Κίμπλινγκ, Όργουελ και Έκο μέχρι και τον Μπόρχες στην ίδια την Αργεντινή δαιμονοποιούσαν το ποδόσφαιρο, άλλοι το θεοποίησαν, από τον Καμύ και τον Σαρτρ μέχρι τα ποδοσφαιρικά συγγραφικά έπη των Γκαλεάνο, Σοριάνο και Μονταλμπάν.

Κατά τον Ισπανό συγγραφέα Χαβιέρ Μαρίας, το ποδόσφαιρο είναι «η εβδομαδιαία αναβίωση της παιδικότητας». Όσο κι αν υπονομεύεται από την εμπορευματοποίηση και τον νοσηρό οπαδισμό της βιαιοπραγίας, αναπληρώνει τη μοναξιά του σημερινού αλλοτριωμένου κόσμου, υποκαθιστώντας τη χαμένη συλλογικότητα του κοινωνικού του βίου. Τέτοιες και άλλες συναφείς σκέψεις σηματοδοτούν την ποίηση μιας πλειάδας γνωστών και άγνωστων Ελλήνων ποιητών.

Ανάμεσά τους και η δική μας ποιήτρια Ντίνα Παγιάση Κατσούρη, που αφιερώνει στο ποδόσφαιρο μιαν ολόκληρη ποιητική συλλογή υπό τον τίτλο «Τα Ποδοσφαιρικά» (2013). Ως επίλογο της σημειολογικής μας διαδρομής από την τέχνη του Ποδοσφαίρου στο Ποδόσφαιρο της Τέχνης παραθέτουμε στίχους από δύο ποιήματά της: «Γιατί μόνο ένας ποιητής/μπορεί να βιώσει/τη μαγευτική πορεία της μπάλας/μέχρι το τέρμα», «Και φυσικά/ο ποιητής πάλι μπήκε στον πειρασμό./Σίγουρα δεν μπορούσε/να μείνει απαθής/όταν η τέχνη συναντά το ποδόσφαιρο/και το ποδόσφαιρο μπολιάζει την τέχνη».

ΠΗΓΗ: simerini.sigmalive.com

6 comments

Posts Carousel

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked with *

6 Comments

Latest Posts

Top Authors

Most Commented

Featured Videos